Ο Ντόναλντ Τραμπ επανέφερε το ζήτημα των εμπορικών σχέσεων με την Ινδία, υπογραμμίζοντας ότι για δεκαετίες η συνεργασία υπήρξε απολύτως μονόπλευρη. Σημείωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αγοράζουν μεγάλες ποσότητες αγαθών από την Ινδία, ενώ οι αμερικανικές εξαγωγές προς τη χώρα παραμένουν περιορισμένες λόγω εμποδίων πρόσβασης στην ινδική αγορά.
Ο ίδιος επέρριψε την ευθύνη στην πολιτική δασμών της Ινδίας, υποστηρίζοντας ότι οι υψηλοί τελωνειακοί φραγμοί απέκλεισαν ουσιαστικά τις αμερικανικές εταιρείες από ανταγωνιστική παρουσία. Περιέγραψε την κατάσταση ως αποτέλεσμα μακράς περιόδου άνισων ανταλλαγών που έβλαψε τα αμερικανικά συμφέροντα.
Παράλληλα αναφέρθηκε στον ενεργειακό και αμυντικό τομέα, επισημαίνοντας ότι η Ινδία εξακολουθεί να προμηθεύεται την πλειονότητα του πετρελαίου και των στρατιωτικών προϊόντων της από τη Ρωσία, με περιορισμένες αγορές από τις ΗΠΑ. Το Νέο Δελχί, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει πλέον προτείνει την κατάργηση των δασμών στις αμερικανικές εξαγωγές, αλλά η πρόταση θεωρείται από αυτόν καθυστερημένη και θα έπρεπε να είχε γίνει χρόνια πριν.
Αν θεωρήσουμε τα παραπάνω υπό το πρίσμα της ηθικής του καθήκοντος, τα κράτη οφείλουν να ενεργούν με αρχές που θα μπορούσαν να γίνουν καθολικοί κανόνες. Η δίκαιη εμπορική συνεργασία απαιτεί αμοιβαιότητα, σεβασμό στην αυτονομία των εταίρων και διαφάνεια στις σχέσεις, όχι εκμετάλλευση μιας πλευράς για βραχυπρόθεσμα οφέλη.
Σε επίπεδο πολιτικής, η ηθική αυτή επιβάλλει συγκεκριμένα μέτρα: άρση εμποδίων που στερούν πρόσβαση στις αγορές, μείωση ενεργειακής εξάρτησης από πηγές που ενισχύουν γεωπολιτικές εντάσεις, επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια και κανόνες διαπραγμάτευσης που προωθούν ίση μεταχείριση. Κυβερνήσεις και επιχειρήσεις πρέπει να πράττουν από καθήκον για το κοινό καλό, με στόχο τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα και την προστασία του περιβάλλοντος.