ΑρχικήΕλλάδαΠρόεδρος Αρείου Πάγου: Χειραγώγηση και εξωθεσμικές πιέσεις στη Δικαιοσύνη

Πρόεδρος Αρείου Πάγου: Χειραγώγηση και εξωθεσμικές πιέσεις στη Δικαιοσύνη

Με την έναρξη του νέου δικαστικού έτους η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Αναστασία Παπαδοπούλου απευθύνθηκε προς δικαστές και δικαστικούς υπαλλήλους επισημαίνοντας την κλιμακούμενη αμφισβήτηση της λειτουργίας των δικαστικών οργάνων και την στοχοποίηση λειτουργών. Τόνισε την ανάγκη οι δικαστές να αποδίδουν δικαιοσύνη με ανεξαρτησία και ψυχραιμία, βασιζόμενοι στη δικογραφία και στη δικαστική συνείδηση, αγνοώντας εξωτερικές πιέσεις ή προσωπικές επιθέσεις. Η πρόεδρος ανέδειξε επίσης το μείζον ζήτημα των καθυστερήσεων στην απονομή της δικαιοσύνης και κάλεσε σε συνεργασία δικαστικών υπαλλήλων, δικηγόρων και Πολιτείας για έγκαιρη παροχή έννομης προστασίας στον πολίτη.

«το τελευταίο διάστημα παρατηρείται το φαινόμενο να αμφισβητούνται έντονα και επικριτικά, ενέργειες των δικαστικών οργάνων, πορίσματα δικαστικών ερευνών επί της ουσίας εκκρεμών υποθέσεων και μάλιστα με κριτήρια υποκειμενικά, προσωπικά και εξωδικαστικά, ενώ επιχειρείται η χειραγώγηση και ο επηρεασμός έξωθεν της Δικαιοσύνης».

«Μεταξύ άλλων και μέσω της στοχοποίησης και διαπόμπευσης των δικαστικών λειτουργών, ενώ το πιο ανησυχητικό όλων είναι ότι επιχειρείται ο αυθαίρετος σφετερισμός της συνταγματικά κατοχυρωμένης, ως αδέσμευτης, δικαστικής κρίσης, από «πρόσωπα» και «ομάδες πολιτών», που εμφανίζονται να κατέχουν τη νομική επιστήμη καλύτερα και πληρέστερα από τους δικαστές, και οι οποίοι ως «υπερδικαστές», έχουν αλάθητη κρίση και κατέχουν τη μοναδική αλήθεια, παραγνωρίζοντας ότι κατά το Σύνταγμα η συνείδηση του ίδιου του δικαστικού κριτή πρέπει να συνιστά τον μοναδικό παράγοντα σχηματισμού της δικανικής πεποίθησης».

«Οφείλουν επίσης να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ανεξάρτητο τρόπο, χωρίς επηρεασμούς, παρεμβάσεις, πιέσεις, παραινέσεις, απειλές, άμεσα ή έμμεσα, από οποιονδήποτε και αν προέρχονται, ο οποίος, επιδιώκοντας την αυτοπροβολή ή την εξυπηρέτηση ξένων προς τη Δικαιοσύνη συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, προσβάλλει ανενδοίαστα, τους θεσμούς του δημοκρατικού πολιτεύματος, «εκφοβίζει» δικαστές και επιχειρεί να χειραγωγήσει την ανεξάρτητη και απροκατάληπτη δικαστική κρίση».

Από ηθικής σκοπιάς, η δημόσια συζήτηση οφείλει να διέπεται από αρχές καθολικής υποχρέωσης και σεβασμού της νομικής διαδικασίας: το κύριο κριτήριο πρέπει να είναι η τήρηση κανόνων που θα μπορούσαν να γίνουν γενικός νόμος, αποσκοπώντας στην προστασία της αξιοπρέπειας και της ανεξαρτησίας των θεσμών. Οι πολίτες, τα ΜΜΕ και οι πολιτικοί παράγοντες πρέπει να αποφεύγουν την προσωποποίηση και την συκοφάντηση, να σέβονται την προδικασία και να ενεργούν από σκοπιμότητα καθήκοντος προς το κοινό καλό. Πρακτικά, αυτό σημαίνει στήριξη της διαφάνειας, επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό και ψηφιακές υποδομές των δικαστηρίων, αποφυγή δηλώσεων που υπονομεύουν τη διαδικασία και ανάληψη συλλογικής ευθύνης για την ταχεία και δίκαιη απονομή της δικαιοσύνης, πράξεις που συμβάλλουν στη σταθερότητα της κοινωνίας και στην ικανότητα του κράτους να αντιμετωπίζει μακροπρόθεσμα και περιβαλλοντικά προβλήματα.