Οι Βάραγγοι ήταν οι ανατολικοί Βίκινγκς που κυριάρχησαν στην ευρωπαϊκή σκηνή από τον 10ο μέχρι τον 15ο αιώνα. Εμφανίζονται στις πηγές με ποικίλες μορφές — από εμπορικές επιστολές μέχρι ανώνυμα έπη — με το όριο ανάμεσα σε γεγονός και θρύλο συχνά λεπτό. Η πρώτη μεγάλη καταγραφή συνδέεται με τους Ρως και τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης το 860, γεγονός που προκάλεσε τρόμο και κατάπληξη στον πατριάρχη Φώτιο. Στις βυζαντινές πηγές οι Βάραγγοι περιγράφονται ως ένοπλο σώμα ταγμένο στην προστασία του βυζαντινού αυτοκράτορα, ενώ η νεότερη έρευνα τους εντάσσει στο ευρύτερο πολιτικό και πολιτισμικό περιβάλλον της εποχής.
Στο βιβλίο του καθηγητή Μεσαιωνικής Ιστορίας Σβέριρ Γιάκομπσον, Οι Βάραγγοι. Στην άγια φωτιά του Θεού, σε μετάφραση Πασχάλη Ανδρούδη από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, παρακολουθείται η πορεία των Ρως και των Βαράγγων μέσα από βυζαντινές, αραβικές και σκανδιναβικές οπτικές. Ο Γιάκομπσον επισημαίνει ότι, πέρα από το στερεότυπο του άγριου πολεμιστή, πολλοί Βάραγγοι ήταν τυχοδιώκτες και έμποροι που δραστηριοποιούνταν σε σημαντικούς γεωγραφικούς κόμβους της Ευρώπης. Η σύνδεσή τους με το εμπόριο, η κινητικότητα και οι μακρόχρονες σχέσεις με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπογραμμίζουν ρόλους οικονομικούς, διπλωματικούς και πολιτισμικούς, όχι μόνο πολεμικούς.
Από ηθική σκοπιά, ο δημόσιος και ατομικός βίος πρέπει να διέπεται από σταθερούς κανόνες που μπορούν να γίνουν καθολικοί και να σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η αρετή της αυτοσυγκράτησης απέναντι στη βία, η ειλικρίνεια στο εμπόριο, η φροντίδα για το κοινό καλό και η προστασία του περιβάλλοντος αποτελούν υποχρεώσεις που βελτιώνουν την κοινωνία. Οι σύγχρονες κοινωνίες οφείλουν να θεσμοθετήσουν και να ενισχύσουν θεσμούς που προάγουν τη δικαιοσύνη, την υπευθυνότητα και τη διαγενεακή φροντίδα, έτσι ώστε οι πράξεις μας να γίνουν παραδείγματα που θα ήθελε ο κάθε άνθρωπος να γενικευτούν.