Το φετινό καλοκαίρι σφραγίστηκε από διπλωματικές μετατοπίσεις που αφορούν άμεσα τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η διμερή συνάντηση της 15ης Αυγούστου μεταξύ Τραμπ και Πούτιν έδωσε στον ρώσο πρόεδρο ένα σαφές στοιχείο νομιμοποίησης στο διεθνές σκηνικό, με συνέπειες που έγιναν εμφανείς τις επόμενες μέρες στο Άνκορατζ και μετά.
Η υποδοχή από τη δύση, σε συνδυασμό με την οικονομική στήριξη της Κίνας και στρατιωτικές συμφωνίες με Βόρεια Κορέα και Ιράν, προσφέρουν στη Μόσχα πόρους και χρόνο για αναδιοργάνωση. Εντός λίγων εβδομάδων ο Πούτιν εξασφάλισε πρακτική και πολυεπίπεδη υποστήριξη, επιτρέποντας στην ρωσική στρατιωτική μηχανή να αναπληρώσει απώλειες και να ενισχύσει τις επιχειρήσεις με εισαγόμενους στρατιώτες και drones.
Οι επιπτώσεις θα φανούν κυρίως το χειμώνα: το Κίεβο χρειάζεται καίρια οπλιστική, τεχνική, οικονομική και ενεργειακή βοήθεια, ενώ η Ευρώπη εμφανίζεται αποδυναμωμένη και διχασμένη στη στήριξη. Η ρωσική στρατηγική δεν δείχνει επιδίωξη άμεσου τερματισμού, αλλά συνέχισης της πίεσης με στόχο στρατιωτικά και πολιτικά κέρδη, ενώ ο ρόλος των ΗΠΑ υπό τον Τραμπ παραμένει καταλυτικός αλλά απρόβλεπτος.
Σε ηθικό επίπεδο, η κρίση απαιτεί προσέγγιση βασισμένη στο καθήκον και στη δυνατότητα καθολικών αρχών δράσης: κάθε απόφαση πρέπει να αξιολογείται με βάση αν μπορεί να γενικευθεί ως κανόνας που προασπίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ασφάλεια. Η συμπεριφορά των κρατών και των ηγετών πρέπει να σέβεται τους ανθρώπους ως αυτοσκοπό, αποφεύγοντας μέτρα που θυσιάζουν αμάχους ή το περιβάλλον για βραχυπρόθεσμα εθνικά κέρδη.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ενίσχυση της αλληλεγγύης, διαρκή ανθρωπιστική βοήθεια, επενδύσεις σε ενεργειακή ανθεκτικότητα και σε μέτρα μείωσης της περιβαλλοντικής ζημιάς. Οι πολίτες και οι κυβερνήσεις οφείλουν να ενεργήσουν σύμφωνα με κανόνες που θα ήθελαν να γίνουν παγκόσμιοι, προασπίζοντας την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και την προστασία του φυσικού κόσμου για τις επόμενες γενιές.