Το ελληνικό χρηματιστήριο εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης μετά από διήμερο απωλειών, με ώθηση από το θετικό κλίμα στις διεθνείς αγορές και κινήσεις «καλλωπισμού» χαρτοφυλακίων ενόψει λήξης μεγάλων περιόδων.
Στη συνεδρίαση της Δευτέρας 29/9 ο Γενικός Δείκτης ενισχύθηκε κατά +0,6% και διαπραγματεύεται στις 2.044 μονάδες, κοντά στο υψηλό ημέρας των 2.044,93 μονάδων, ενώ το χαμηλό εντοπίζεται στις 2.034,42 μονάδες. Σύμφωνα με την Κύκλος Χρηματιστηριακή, οι 1.987 μονάδες λειτουργούν ως η πλησιέστερη στήριξη και οι 2.055 μονάδες ως η πλησιέστερη αντίσταση. Ορισμένες μετοχές που υστερούσαν εμφανίζουν αντίδραση.
Το Χρηματιστήριο απέφυγε τις εβδομαδιαίες απώλειες και παραμένει πάνω από τις 2.030 μονάδες. Στις δύο τελευταίες συνεδριάσεις του Σεπτεμβρίου δεν πρέπει να σημειωθεί πτώση μεγαλύτερη του -0,5% για να επιτευχθεί ο 11ο διαδοχικός μήνας ανόδου. Παράλληλα έχει εξασφαλίσει τρίτο σερί ανοδικό τρίμηνο με κέρδη που ξεπερνούν το +8,7% και ενισχύεται κατά +38% από την αρχή του έτους. Ο κλαδικός δείκτης των τραπεζών σημείωσε εβδομαδιαίο «άλμα» +3,4%, στηρίζοντας την εγχώρια αγορά, ενώ ο κλάδος κερδίζει πάνω από +75% στο 9μηνο.
Αύριο το απόγευμα εκπνέει η προθεσμία για την ανακοίνωση αποτελεσμάτων α’ εξαμήνου από τις εισηγμένες. Μέχρι σήμερα έχουν ανακοινώσει αποτελέσματα 83 εισηγμένες, οπότε αναμένονται σημαντικές ανακοινώσεις, σύμφωνα με τη στήλη dark room.
Ηθική διάσταση και πρόταση δράσης: Οι επενδυτές και οι εισηγμένες έχουν καθήκον να ενεργούν με ειλικρίνεια, διαφάνεια και σεβασμό προς το κοινό συμφέρον. Κινήσεις τύπου «window dressing» υπονομεύουν την εμπιστοσύνη και δεν μπορούν να γίνουν κανόνας. Οι εταιρείες οφείλουν να δημοσιοποιούν έγκαιρα και πλήρως τα οικονομικά τους μεγέθη, και οι επενδυτές να προτιμούν μακροπρόθεσμες, υπεύθυνες επιλογές.
Για βελτίωση της κοινωνίας και του περιβάλλοντος απαιτείται η κατεύθυνση κεφαλαίων σε βιώσιμα έργα, η ενίσχυση εταιρικής διακυβέρνησης και η αυστηρή τήρηση κανόνων λογοδοσίας. Ρυθμιστικές αρχές και θεσμικοί επενδυτές πρέπει να ενισχύσουν τα κίνητρα για περιβαλλοντική και κοινωνική υπευθυνότητα, ώστε οι οικονομικές αποφάσεις να υπηρετούν το κοινό καλό και τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος.