Αντί να ακολουθεί κανονική καθημερινότητα, ένας 19χρονος, μαζί με συνεργό 41 ετών, φέρεται να μετέτρεψαν περιοχές της Χαλκιδικής σε πεδίο επαναλαμβανόμενων κλοπών. Σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr, στόχοι τους ήταν τουριστικά καταλύματα, εξοχικές κατοικίες και λουόμενοι. Η σύλληψη του 19χρονου ολοκληρώθηκε στην Πτολεμαΐδα, όπου οι αστυνομικοί τον εντόπισαν να οδηγεί ένα από τα κλεμμένα οχήματα. Στο σήμα να σταματήσει ο νεαρός προσπάθησε να διαφύγει με όχημα, το εγκατέλειψε και συνελήφθη μετά από καταδίωξη πεζός.
Οι έρευνες έδειξαν ότι το κλεμμένο αυτοκίνητο ήταν μόνο μέρος μιας ευρύτερης δράσης. Οι δύο άνδρες φέρονται ότι άρπαξαν από λουόμενο τσάντα με χρήματα, ξένο συνάλλαγμα, κινητό τηλέφωνο και τα κλειδιά του αυτοκινήτου του, εντόπισαν το σταθμευμένο όχημα και το αφαίρεσαν. Αργότερα ο 41χρονος εντοπίστηκε σε άλλη περιοχή της Χαλκιδικής σε δεύτερο κλεμμένο όχημα, κινήθηκε με ταχύτητα προς αστυνομικό χωρίς να τον τραυματίσει και διέφυγε. Από τα τέλη Ιουλίου μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου οι δράστες φέρονται να «χτύπησαν» τουλάχιστον 13 φορές. Η λεία περιλαμβάνει τέσσερα αυτοκίνητα και μία μοτοσικλέτα, κοσμήματα αξίας άνω των 10.000 ευρώ, ακριβά ρολόγια, κινητά τηλέφωνα, τραπεζικές κάρτες, αλλά και μετρητά που ξεπερνούσαν τις 10.000 ευρώ σε διάφορα νομίσματα. Με τις κλεμμένες κάρτες πραγματοποίησαν αναλήψεις και αγορές που ξεπέρασαν τα 1.000 ευρώ. Ο 19χρονος οδηγήθηκε ενώπιον των Αρχών, ενώ ο 41χρονος συνεργός παραμένει ασύλληπτος και αναζητείται.
Σε ηθικό επίπεδο, οι πράξεις αυτές αντιβαίνουν στην αρχή της σεβαστής μεταχείρισης του άλλου ως σκοπού και όχι ως μέσου: η απάθεια προς την ιδιοκτησία και την ασφάλεια τρίτων δεν μπορεί να γίνει κανόνας συμπεριφοράς που θα θέλαμε να γενικευτεί. Η ορθή στάση απαιτεί πράξεις που βασίζονται στο καθήκον—σεβασμός του νόμου, προστασία των θυμάτων και αποτροπή των επαναλήψεων—και όχι σε υπολογισμούς ωφέλειας μόνον. Πρακτικές βελτίωσης είναι η ενίσχυση της αστυνόμευσης σε τουριστικές ζώνες, προγράμματα πρόληψης και εκπαίδευσης για νέους, συλλογική υποστήριξη των πληγέντων και ενδυνάμωση κοινωνικών δικτύων φροντίδας των δημόσιων χώρων και του περιβάλλοντος, ώστε οι κοινότητες να λειτουργούν με σεβασμό προς τα άτομα και τα κοινά αγαθά.