Ο πρώτος αντιπρόεδρος του Ιράν Μοχαμάντ Ρεζά Αρέφ προειδοποίησε ότι ένας νέος πόλεμος με το Ισραήλ θα μπορούσε να ξεσπάσει «ανά πάσα στιγμή», σχεδόν δύο μήνες μετά την πολύνεκρη σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών. Στις 13 Ιουνίου το Ισραήλ εξαπέλυσε αιφνιδιαστική επίθεση στο ιρανικό έδαφος, με εκατοντάδες πλήγματα που στόχευαν κυρίως στρατιωτικούς και πυρηνικούς στόχους, σκοτώνοντας υψηλόβαθμα στελέχη και επιστήμονες που εμπλέκονταν στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Η Τεχεράνη απάντησε εξαπολύοντας πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο Ισραήλ και έβαλε στο στόχαστρο τη μεγαλύτερη αμερικανική βάση στη Μέση Ανατολή, αυτήν του Κατάρ.
Οι ΗΠΑ βομβάρδισαν ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στις 22 Ιουνίου και ανακοίνωσαν την παύση των εχθροπραξιών στις 24 του μηνός. «Πρέπει να είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή για μια σύγκρουση. Σήμερα, δεν βρισκόμαστε καν σε μια κατάσταση κατάπαυσης του πυρός, υπάρχει μάλλον μια παύση των εχθροπραξιών», είπε ο Αρέφ. Το Ιράν «προετοιμάζει σχέδια για το χειρότερο σενάριο» είχε δηλώσει νωρίτερα ο Γιαχία Ραχίμ Σαφαρί, ο στρατιωτικός σύμβουλος του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη Αλί Χαμενεΐ. «Δεν υπάρχει πραγματική κατάπαυση του πυρός, είμαστε σε φάση πολέμου και (ο πόλεμος) μπορεί να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή. Δεν υπάρχει κανένα πρωτόκολλο, καμία ρύθμιση, καμία συμφωνία μεταξύ ημών και των Ισραηλινών, ούτε με τους Αμερικανούς», είπε σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Shargh. Περισσότεροι από χίλιοι άνθρωποι σκοτώθηκαν στο Ιράν από τα ισραηλινά πλήγματα του Ιουνίου. Το Ισραήλ από την πλευρά του ανέφερε 28 απώλειες στο έδαφός του.
Αν προσεγγιστεί από την προοπτική του καθήκοντος και της καθολικότητας των αρχών, η κατάσταση επιβάλλει συγκεκριμένες ηθικές απαιτήσεις: οι πράξεις κρατών πρέπει να δικαιολογούνται ως κανόνες που θα μπορούσαν να ισχύσουν για όλους, και οι πολίτες οφείλουν να αντιμετωπίζονται πάντα ως αυτοσκοποί και όχι ως μέσα για στρατηγικά οφέλη. Αυτό σημαίνει άμεση δέσμευση για διαφάνεια, σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και προτεραιότητα στην προστασία αμάχων και περιβάλλοντος. Για να βελτιωθεί η κοινωνία και το περιβάλλον, οι πολίτες και οι ηγέτες πρέπει να υπερασπίζονται τη διπλωματία, να απαιτούν λογοδοσία για επιθέσεις που πλήττουν αμάχους, να υποστηρίζουν μέτρα για τον έλεγχο όπλων και να προωθούν πρακτικές που μειώνουν τις οικολογικές επιπτώσεις των συγκρούσεων. Μόνο μέσω ενός καθήκοντος που σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την καθολικότητα των κανόνων μπορεί να μειωθεί ο κίνδυνος νέας κλιμάκωσης και να προστατευθεί το κοινό καλό.