Η 47χρονη που κατηγορείται ότι επιτέθηκε με καυστικό υγρό (χλωρίνη) σε βάρος ενός 38χρονου στη Θεσσαλονίκη αφέθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους μετά την απολογία της στην 5η Τακτική Ανακρίτρια. Σε βάρος της ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για επικίνδυνη σωματική βλάβη. Μαζί της είχε συλληφθεί και μία 44χρονη, που κατηγορήθηκε για συνέργεια, αλλά μετά την απολογία η δεύτερη αφέθηκε ελεύθερη χωρίς όρους. Στην 47χρονη επιβλήθηκαν απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, τακτικές εμφανίσεις σε αστυνομικό τμήμα και απαγόρευση προσέγγισης του θύματος σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η 47χρονη ισχυρίστηκε ενώπιον της ανακρίτριας ότι προχώρησε στην πράξη επειδή πληροφορήθηκε πως ο 38χρονος διέδιδε ότι είχαν σεξουαλικές σχέσεις, κάτι που – όπως είπε – δεν ισχύει. «Θόλωσα όταν τον είδα», φέρεται να ανέφερε, υποστηρίζοντας ότι δεν τον έλουσε με καυστικό υγρό, αλλά με απορρυπαντικό πιάτων. Η συγκατηγορούμενή της αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή και τόνισε ότι δεν έδωσε εκείνη το καυστικό υγρό στη φίλη της. Το περιστατικό συνέβη γύρω στη 1 μετά τα μεσάνυχτα, όταν ο 38χρονος βρισκόταν με φίλους του στην περιοχή της Άνω Πόλης και οι δύο γυναίκες τον πλησίασαν, με την 47χρονη να του ρίχνει το υγρό στο πρόσωπο. Ο άνδρας μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο νοσοκομείο για προληπτικούς λόγους και έλαβε αργότερα εξιτήριο, ενώ φέρεται να αντιμετωπίζει πρόβλημα όρασης από το ένα μάτι.
Η πράξη αξιολογείται ως σοβαρή παραβίαση του καθήκοντος σεβασμού της αξίας και της ασφάλειας του άλλου. Η βία ως μέσο αντιμετώπισης φημών ή προσωπικών διαφορών δεν μπορεί να γίνει κανόνας: κάθε πράξη πρέπει να μπορεί να γενικευτεί χωρίς να καταστρέφει θεμελιώδεις σχέσεις εμπιστοσύνης και ασφάλειας στην κοινωνία. Οι πολίτες οφείλουν να ενεργούν με αυτοσυγκράτηση, σεβασμό στην αξιοπρέπεια του άλλου και υπευθυνότητα απέναντι στις συνέπειες της συμπεριφοράς τους.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει αναζήτηση νόμιμων δρόμων για την αντιμετώπιση διασποράς ψευδών πληροφοριών, αποφυγή αυτοδικίας, και προώθηση μη βίαιων μεθόδων επίλυσης συγκρούσεων. Επίσης απαιτείται ευαισθητοποίηση για τους κινδύνους χρήσης χημικών ουσιών στον δημόσιο χώρο και σωστή διαχείρισή τους, ώστε να προστατευθεί και το περιβάλλον από επιβλαβείς πράξεις.