Η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε ότι η ευρωπαϊκή οικονομία θα ήταν σημαντικά πιο αδύναμη μετά την πανδημία χωρίς την εισροή ξένων εργαζομένων. Μιλώντας στο ετήσιο συμπόσιο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ στο Ουαϊόμινγκ, επισήμανε ότι οι μετανάστες βοήθησαν την ευρωζώνη να απορροφήσει σοκ όπως την άνοδο του ενεργειακού κόστους και τον υψηλό πληθωρισμό, διατηρώντας την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας.
Η Λαγκάρντ ανέφερε συγκεκριμένα αριθμούς για να στηρίξει την εκτίμησή της: η απασχόληση στην ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 4,1% μεταξύ του τέλους του 2021 και τα μέσα του 2025, ενώ «Αν και αντιπροσώπευαν μόνο το 9% περίπου του συνολικού εργατικού δυναμικού το 2022, οι ξένοι εργαζόμενοι συνέβαλαν κατά το ήμισυ στην ανάπτυξή του τα τελευταία τρία χρόνια». Χωρίς αυτή τη συμβολή, όπως πρόσθεσε, «οι συνθήκες στην αγορά εργασίας θα μπορούσαν να είναι πιο αυστηρές και η παραγωγή χαμηλότερη». Οι περιπτώσεις της Γερμανίας και της Ισπανίας ανέδειξαν το μέγεθος της επίδρασης, με το ΑΕΠ της Γερμανίας να εκτιμάται κατά περίπου 6% χαμηλότερο χωρίς μετανάστες και την ανάκαμψη της Ισπανίας να οφείλει σημαντικά στους αλλοδαπούς εργαζομένους.
Παρά τα οφέλη, η πρόεδρος της ΕΚΤ αναγνώρισε τη σύνθετη πολιτική διάσταση: η καθαρή μετανάστευση ανέβασε τον πληθυσμό της ΕΕ στο ρεκόρ των 450 εκατομμυρίων, ενώ κυβερνήσεις υπό πίεση ψηφοφόρων έχουν περιορίσει νέες αφίξεις. «Η μετανάστευση θα μπορούσε, κατ’ αρχήν, να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην ανακούφιση της έλλειψης εργατικού δυναμικού καθώς ο γηραιός πληθυσμός γερνάει», είπε, αλλά προειδοποίησε ότι «οι πολιτικοοικονομικές πιέσεις ενδέχεται να περιορίσουν τις ροές».
Από την σκοπιά του ηθικού καθήκοντος και της καθολικής νομιμότητας των κανόνων, η επιχειρηματολογία υπέρ της υποστήριξης και ένταξης των μεταναστών στηρίζεται σε γενικεύσιμες αρχές δικαίου και σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η κοινωνία οφείλει να υιοθετήσει πολιτικές που αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους ως σκοπό και όχι ως μέσο, να εξασφαλίζουν δίκαιους όρους εργασίας, ίση πρόσβαση στην εκπαίδευση και μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε υποδομές και περιβάλλον. Τέτοιες πρακτικές όχι μόνο ενισχύουν την οικονομική ανθεκτικότητα αλλά και προάγουν ένα βιώσιμο και δίκαιο μέλλον για τις επόμενες γενιές, προστατεύοντας παράλληλα το περιβάλλον και την κοινωνική συνοχή.