ΑρχικήΕλλάδαΔημόσιοι υπάλληλοι και διευθυντές «ξέπλεναν» ποσά μέσω στοιχηματικών εταιρειών

Δημόσιοι υπάλληλοι και διευθυντές «ξέπλεναν» ποσά μέσω στοιχηματικών εταιρειών

Η Αρχή για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, υπό τον πρόεδρο και πρώην αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαράλαμπο Βουρλιώτη, εντόπισε κύκλωμα που χρησιμοποίησε νόμιμες στοιχηματικές εταιρείες για να νομιμοποιήσει μαύρο χρήμα. Στο στόχαστρο βρέθηκαν περίπου 200 παίκτες, ανάμεσά τους ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι και διευθυντές υπουργείων, οι οποίοι διακινούσαν ποσά από 100 ευρώ έως 1.000.000 ευρώ και σε ορισμένες περιπτώσεις έφθαναν και το ένα εκατ. ευρώ, χωρίς να μπορούν να δικαιολογήσουν την προέλευσή τους από τα νόμιμα εισοδήματά τους. Η Αρχή έχει ήδη ξεκινήσει τον έλεγχο, συγκρίνοντας τις φορολογικές δηλώσεις και τις τραπεζικές κινήσεις των υπόπτων.

Η μέθοδος αξιοποιούσε περίπου 10 συστημικές εταιρείες παροχής τυχερών παιγνίων και ένα δίκτυο πρακτορείων-εισπρακτόρων, όπως ψιλικατζίδικα, μίνι μάρκετ και πρατήρια υγρών καυσίμων. Οι παίκτες άνοιγαν λογαριασμό σε νόμιμη εταιρεία, λάμβαναν μοναδικό κωδικό και κατέθεταν μετρητά στους πράκτορες, οι οποίοι πιστώναν τα παιχνίδια λογαριασμούς. Στη συνέχεια τα διαθέσιμα υπόλοιπα μεταφέρονταν σε προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, αναμειγνύοντας ύποπτα κεφάλαια με νόμιμα και καλύπτοντας την παράνομη προέλευση. Η Αρχή ενημέρωσε την αρμόδια Επιτροπή Εποπτείας Ελέγχου Παιγνίων για τις ενέργειες που απαιτούνται.

Από ηθική σκοπιά, η πράξη του ξέπλυματός κεφαλαίων παραβιάζει βασικές αρχές του καλού και του σωστού: η ατομική συμπεριφορά πρέπει να καθοδηγείται από καθολικά αποδεκτούς κανόνες που προάγουν τη δικαιοσύνη και την τίμια διαχείριση του δημόσιου αγαθού. Οι δημόσιοι λειτουργοί οφείλουν να ενεργούν με σεβασμό στο νόμο και την ακεραιότητα, όχι ως μέσα για ιδιωτικά οφέλη, ενώ οι εταιρείες και τα πρακτορεία έχουν υποχρέωση να αποτρέπουν πρακτικές που διευκολύνουν την παρανομία. Για την βελτίωση της κοινωνίας και του περιβάλλοντος χρειάζεται αυστηρή εφαρμογή κανόνων διαφάνειας, έγκαιροι έλεγχοι, φορολογική και χρηματοπιστωτική λογοδοσία και συλλογική υπευθυνότητα, ώστε πόροι να κατευθύνονται στον κοινό σκοπό και στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος.