Από το 1954 έως το 1958 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη ζητώντας του να ολοκληρώσει τη διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου της Ακρόπολης και τη χάραξη των διαδρομών των επισκεπτών. Το όραμα, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση αυτού του έργου, που θεωρείται αρχιτεκτονικό έργο τέχνης, φωτίζονται στην έκθεση «Δημήτρης Πικιώνης. Αισθητική τοπογραφία» που θα φιλοξενηθεί από τις 22 Οκτωβρίου στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς. «Κύριε πρόεδρε, εγώ δεν σας δίνω οδηγίες, πώς να εκτελέσετε τα καθήκοντά σας, αφήστε με κι εσείς να εκτελώ τα δικά μου όπως εγώ ξέρω» παρουσιάζει τη στάση του Πικιώνη απέναντι στην ευθύνη και την αυθεντικότητα του έργου του.
Ο Πικιώνης, μορφή καθοριστική για τον 20ό αιώνα στην Ελλάδα, συνδύασε αρχιτεκτονική, φιλοσοφία, ζωγραφική και λογοτεχνία, ενσωματώνοντας τη λαϊκή παράδοση με τη μοντέρνα αφαίρεση. Το σχέδιό του για την Ακρόπολη αναπτύσσεται μέσα από δύο σπειροειδείς διαδρομές: η μία προσεγγίζει τον αρχαιολογικό χώρο του ιερού της Αθηνάς και η άλλη, στον λόφο του Φιλοπάππου, οδηγεί σε ένα πλάτωμα, το Άνδηρο, απ’ όπου ο επισκέπτης βλέπει την Ακρόπολη, με την αυλή του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη ενδιάμεσα. Όλα τα στοιχεία είναι φτιαγμένα από απομεινάρια παλαιών κατεδαφισμένων αρχοντικών, κομμάτια πέτρας, υπολείμματα μαρμάρου και κεραμικά θραύσματα, συμβολίζοντας τη σύνδεση με το μνημείο και την ιστορία του.
Στο ηθικό επίπεδο, το έργο και η στάση του δημιουργού υποδεικνύουν την προτεραιότητα του καθήκοντος και της σεβαστής σχέσης προς το κοινό αγαθό: η προστασία της κληρονομιάς δεν είναι μέσο ιδιοτελούς ωφελήματος αλλά σκοπός καθ’ εαυτόν. Η προσέγγιση αυτή προτείνει ότι η δημόσια δράση οφείλει να καθοδηγείται από αρχές που θα μπορούσαν να γίνουν καθολικός κανόνας — σεβασμός στο μνημείο, στη συλλογική μνήμη και στο φυσικό περιβάλλον. Για τη βελτίωση της κοινωνίας και του περιβάλλοντος χρειάζεται πρακτική αφοσίωση στο καθήκον, νομοθετική προστασία, χρήση βιώσιμων υλικών και εκπαιδευτική καλλιέργεια του αισθητικού και πολιτικού σεβασμού, ώστε η φροντίδα του δημόσιου χώρου να γίνεται πράξη καθολικής ευθύνης.