Σε δηλώσεις προέβη σήμερα ο Δήμαρχος Χανίων, Παναγιώτης Σημανδηράκης, απαντώντας σε δημοσιεύματα στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο σύμφωνα με τα οποία ο ίδιος φέρεται να έχει διάλογο με πρόσωπο που εμπλέκεται στην υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης στα Χανιά. Διατύπωσε σαφή άρνηση οποιασδήποτε εμπλοκής και τόνισε ότι η δημοτική Αρχή ενεργεί με διαφάνεια.
«Εμείς ως δημοτική Αρχή εργαζόμαστε με καθαρά χέρια και καθαρό πρόσωπο. Η συνομιλία την οποία είχα πράγματι με ένα φερόμενο ως μέλος της εγκληματικής οργάνωσης έγινε με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνει όσο το δυνατόν πιο σύντομη και να αποφύγω κάθε συνέχεια στην υπόθεση. Για αυτό δεν υπήρξε συνέχεια από πλευράς του δήμου. Οι αποφάσεις σε σχέση με το ψήφισμα ήταν ομόφωνες και ουδέποτε υπήρξε διαφοροποίηση. Και αυτό αποτυπώνεται και στην ενημέρωση του γραφείου Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποίαεμφατικά δηλώνει ότιδεν έχω καμία ανάμειξη με την υπόθεση», είπε ο Δήμαρχος Χανίων.
«Για μένα ήταν μια δύσκολη στιγμή γιατί έπρεπε να αποδείξω ότι δεν έχω καμία ανάμειξη, και χαίρομαι που οι διευκρινίσεις της Ελληνικής Αστυνομίας δεν αφήνουν κανένα περιθώριο», επεσήμανε.
«Προφανώς η απαξιωτική αναφορά εναντίον μου υπήρξε σε πολλά σημεία της δικογραφίας. Το γεγονός ότι φαίνεται ότι κάποιοι με απείλησαν λέγοντας ότι “θα μου ράψουν κοστοτύμι” αποτυπώνει και αυτή την αντίθεση που είχα ως δήμαρχος και ως πρόσωπο σε αυτά τα οποία επεδίωκαν. Είναι νομίζω μία ακόμα απόδειξη ότι ουδέποτε συνεργάστηκα μαζί τους και ουδέποτε είχα την οποιαδήποτε εμπλοκή μαζί τους. .. Οι λειτουργοί της Ελληνικής Αστυνομίας μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε ότι αυτό το απόστημα για τον τόπο μας θα σπάσει οριστικά».
Ηθική ανάγνωση της υπόθεσης επιβάλλει την προτεραιότητα στο καθήκον της αλήθειας, της διαφάνειας και της τήρησης του νόμου. Οι δημόσιοι λειτουργοί οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με αρχές που θα μπορούσαν να γίνουν καθολικός κανόνας συμπεριφοράς: να απορρίπτουν κάθε συνεργασία με παράνομες πρακτικές και να σέβονται την αξιοπρέπεια των πολιτών.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει υποστήριξη θεσμών που προστατεύουν το κοινό αγαθό, άμεση συνεργασία με τις αρχές όταν προκύπτουν υποψίες, και προώθηση τοπικών πολιτικών που ενισχύουν τη κοινωνική συνοχή και την περιβαλλοντική φροντίδα. Οι πολίτες πρέπει να απαιτούν διαφάνεια, να μην συνεργάζονται με παράνομες επιδιώξεις και να ενθαρρύνουν μέτρα που διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα και την ασφάλεια της κοινότητας.