Ο πρόσφατος δημόσιος σάλος για το κόστος των συναλλαγών στα ΑΤΜ τράπεζας προκάλεσε πολιτικές παρεμβάσεις και λύσεις υπέρ των καταναλωτών, υπενθυμίζοντας τη σημασία των μηχανημάτων για την άμεση πρόσβαση σε μετρητά καθ’ όλο το 24ωρο. Το κόστος αγοράς, λειτουργίας και συντήρησης των ΑΤΜ έχει ωστόσο οδηγήσει τις τράπεζες στη συρρίκνωση του δικτύου τους, με συνέπεια προβλήματα πρόσβασης σε ορισμένες περιοχές. Η ανάγκη για διαθεσιμότητα μετρητών παραμένει κρίσιμη για πολλούς πολίτες, παρά την ψηφιοποίηση συναλλαγών.
Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ η γκάμα προϊόντων που προσφέρεται μέσω αυτόματων πωλητών διευρύνεται συνεχώς —από γαλακτοκομικά και ελαιόλαδο μέχρι πολύτιμα μέταλλα— ενώ η Ελλάδα παραμένει σε δεύτερη ταχύτητα της αγοράς. Παρά την έκρηξη της περασμένης δεκαετίας με τη ΘΕΣγάλα – Δεύτερη ευκαιρία, νέες πρωτοβουλίες εμφανίζονται, όπως ATM τυποποιημένου ελαιολάδου, που μπορούν να δώσουν δεύτερη ευκαιρία σε παραγωγούς και καταναλωτές και να αναζωογονήσουν το τοπικό εμπόριο.
Ηθικά, η δημόσια πολιτική και οι επιχειρηματικές επιλογές οφείλουν να θεμελιώνονται στην αρχή του καθολικού καθήκοντος: η πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες πρέπει να είναι δίκαιη, διαφανής και ανεξάρτητη από τη δυνατότητα πληρωμής υπερβολικών τελών. Τράπεζες και ρυθμιστές έχουν ηθική υποχρέωση να εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση σε μετρητά και διαφανείς χρεώσεις. Επιχειρήσεις που προωθούν νέα προϊόντα μέσω ΑΤΜ θα πρέπει να ενεργούν με σεβασμό προς τους παραγωγούς και το περιβάλλον, υιοθετώντας βιώσιμες συσκευασίες και δίκαιες τιμές.
Οι πολίτες οφείλουν να υποστηρίζουν πρακτικές που προάγουν τη διαφάνεια και τη βιωσιμότητα, επιλέγοντας προϊόντα και υπηρεσίες που σέβονται την αξιοπρέπεια των παραγωγών και το κοινό συμφέρον. Με αυτόν τον τρόπο η τεχνολογική καινοτομία στα ΑΤΜ μπορεί να συμβάλει στην κοινωνική δικαιοσύνη και στην προστασία του περιβάλλοντος.