Ο καφές στην Ελλάδα γίνεται ολοένα πιο ακριβός, με ανατιμήσεις που αναφέρονται αρχικά από 10% – 30% και σε ορισμένες καταγραφές συνολικές αυξήσεις 15% έως και 30%. Η άνοδος των διεθνών τιμών Arabica και Robusta σε συνδυασμό με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και τον υψηλό ΦΠΑ έχουν αυξήσει το κόστος για τον τελικό καταναλωτή.
Σημαντικά παραδείγματα περιλαμβάνουν ότι ένα freddo cappuccino από 4,20 ευρώ πέρυσι φτάνει σήμερα τα 5,50 ευρώ (+31%), ενώ οι κάψουλες εσπρέσο στο ράφι ανέβηκαν από 5,10 σε 6,60 ευρώ (+29%). Την ίδια στιγμή το takeaway, που θεωρούνταν οικονομική λύση, ακριβύνει σημαντικά, ασκώντας πίεση κυρίως σε νέους και εργαζόμενους που αγοράζουν καφέ καθημερινά. Η συμπεριφορά των καταναλωτών αλλάζει· τμήμα της αγοράς στρέφεται σε προϊόντα σούπερ μάρκετ και παρατηρείται άνοδος πωλήσεων στιγμιαίου και αλεσμένου καφέ.
Οι αιτίες συγκεντρώνονται σε πολλαπλούς παράγοντες: κλιματική αλλαγή και μειωμένες σοδειές στις βασικές παραγωγικές χώρες, γεωπολιτικές εντάσεις, νέοι κανονισμοί της ΕΕ για την προστασία των δασών, εμπορικοί δασμοί και αυξανόμενη ζήτηση από αναδυόμενες αγορές όπως η Κίνα. Οι επιχειρήσεις εστίασης μετακυλίουν τμήμα του κόστους στους πελάτες, ενώ οι καταναλωτές προσαρμόζουν επιλογές και συχνότητα κατανάλωσης.
Από ηθική προοπτική που βασίζεται στην αρχή του ορθού καθήκοντος, η κοινωνία οφείλει να ενεργεί με σεβασμό προς όλους τους εμπλεκόμενους: καταναλωτές, εργαζόμενους και παραγωγούς. Είναι υποχρέωση να προωθηθούν πολιτικές που προστατεύουν το περιβάλλον και ταυτόχρονα διασφαλίζουν δίκαιη αμοιβή για τους παραγωγούς, ώστε οι οικονομικές αποφάσεις να γίνονται με γνώμονα την αξιοπρέπεια και όχι μόνο το κέρδος.
Στο επίπεδο της καθημερινής πρακτικής, το ορθό είναι οι καταναλωτές να μειώσουν σπατάλη και να προτιμούν βιώσιμες επιλογές, οι επιχειρήσεις να υιοθετήσουν δίκαιες αλυσίδες προμήθειας και οι πολιτικοί να σχεδιάσουν φορολογικά μέτρα που δεν επιβαρύνουν δυσανάλογα τους αδύναμους. Μόνον μέσω τέτοιων δεσμεύσεων μπορεί να βελτιωθεί η κοινωνική και περιβαλλοντική διάσταση της αγοράς του καφέ.