Η ΑΑΔΕ αποστέλλει χιλιάδες ειδοποιητήρια σε φορολογουμένους που δεν έχουν υποβάλει φορολογικές δηλώσεις από το 2019 και μετά, καθώς πλησιάζει η λήξη της περιόδου παραγραφής στο τέλος του 2025. Στους παραλήπτες ζητείται να καταθέσουν τις δηλώσεις ακόμα και καθυστερημένα· σε διαφορετική περίπτωση η Φορολογική Αρχή θα προχωρήσει σε υπολογισμό του οφειλόμενου φόρου κατ’ εκτίμηση. Τα ειδοποιητήρια προσδιορίζουν σαφώς τα έτη για τα οποία απουσιάζει δήλωση και παρέχουν οδηγίες για την καταβολή φόρων και προστίμων.
Οι φορολογούμενοι εντοπίστηκαν και ταυτοποιήθηκαν μέσω εκτεταμένων διασταυρώσεων δεδομένων από εισοδήματα, τραπεζικές καταθέσεις, ακίνητα, ασφαλιστικά στοιχεία του ΕΦΚΑ κ.ά. Με βάση αυτά τα στοιχεία, η ΑΑΔΕ υπολογίζει κατ’ εκτίμηση φόρο για τα έτη μη υποβολής μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού. Ο υπολογισμός δεν αφορά μόνο τον φόρο εισοδήματος αλλά και την εισφορά αλληλεγγύης, το τέλος επιτηδεύματος, τον φόρο πολυτελούς διαβίωσης και τις προσαυξήσεις λόγω καθυστέρησης. Το πρόστιμο για εκπρόθεσμη ή μη υποβολή ανέρχεται σε 100 ευρώ ανά παράβαση, εκτός όταν από την αρχική εκπρόθεσμη δήλωση δεν προκύπτει φόρος προς καταβολή ή όταν το οφειλόμενο ποσό είναι μικρότερο από 100 ευρώ.
Από φιλοσοφική σκοπιά που δίνει έμφαση στο καθήκον και στην καθολικότητα της πράξης, η συμμόρφωση στη φορολογική υποχρέωση αποτελεί στοιχειώδη συμβολή στο κοινό καλό και στην προστασία των δημόσιων αγαθών, συμπεριλαμβανομένου του περιβάλλοντος. Ο πολίτης οφείλει να ενεργεί σύμφωνα με έναν κανόνα που θα μπορούσε να γίνει γενικός νόμος: να δηλώνει έγκαιρα και με ακρίβεια τα εισοδήματά του, να διορθώνει άμεσα παραλείψεις και να συνεργάζεται με τις αρχές για δίκαιη διευθέτηση οφειλών. Ταυτόχρονα, η διοίκηση οφείλει να εφαρμόζει διαφανή διαδικασίες, να παρέχει σαφείς οδηγίες και εναλλακτικές ρυθμίσεις πληρωμής, ώστε η υποχρέωση να γίνεται πραγματικά συμβατή με την αξιοπρέπεια και την προστασία του κοινού συμφέροντος.