Τον Απρίλιο του 2024, σε κατάστημα σούπερ μάρκετ της Ρόδου, εργαζόμενος που ήταν εκτός βάρδιας και βρισκόταν με τη σύντροφό του κατήγγειλε ότι δέχθηκε απρεπή χειρονομία από τον προϊστάμενό του μπροστά στα ψυγεία με τα αλλαντικά. Σύμφωνα με τη δικογραφία, η χειρονομία συνοδεύτηκε από τη φράση «από πίσω έπιασα, από μπροστά επιτρέπεται;» και έγινε ενώ ήταν παρόντες δύο μάρτυρες: η σύντροφός του και ένας συνάδελφος. Ο εργαζόμενος ανέφερε ότι το περιστατικό επιδείνωσε ήδη υπάρχον μοτίβο παρενόχλησης, καθώς δύο μήνες νωρίτερα, τον Φεβρουάριο, είχε λάβει μήνυμα με χυδαίο σεξουαλικό περιεχόμενο από τον ίδιο άνθρωπο. Στις 26 Απριλίου απέστειλε e-mail στη διοίκηση ζητώντας το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας, το οποίο δεν του παρασχέθηκε, και στη συνέχεια προσέφυγε στην Επιθεώρηση Εργασίας Ρόδου στις 2 Μαΐου. Το πόρισμα με αριθμό πρωτοκόλλου 345298 εκδόθηκε στις 21 Ιουνίου και συνέστησε στην εργοδοσία να εφαρμόσει το νέο θεσμικό πλαίσιο για τη βία και την παρενόχληση στον χώρο εργασίας. Η διοίκηση κατέθεσε υπόμνημα ότι ο προϊστάμενος αποχώρησε με δική του πρωτοβουλία τον Μάιο, χωρίς όμως αυτό να επαρκεί για την αποκατάσταση της προσβολής που υπέστη ο ενάγων.
Η αγωγή περιέγραψε τις ψυχολογικές συνέπειες και αξίωσε αποζημίωση 4.940 ευρώ για ηθική βλάβη. Στη δικογραφία αναφέρονται το άρθρο 337 του Ποινικού Κώδικα και τα άρθρα 57, 59, 914 και 932 του Αστικού Κώδικα, καθώς και νομολογία που αποσαφηνίζει ότι χειρονομία ή φράση μπορεί να συνιστούν ασελγή πράξη που προσβάλλει την αξιοπρέπεια. Επισημαίνεται επίσης η αντιστροφή του βάρους απόδειξης στις υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, με απόφαση της 3 Σεπτεμβρίου 2025, έκρινε ότι υπήρξε προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου και όρισε αποζημίωση 800 ευρώ, αναγνωρίζοντας για πρώτη φορά σε δικαστική κρίση ότι άνδρας εργαζόμενος υπήρξε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας.
Ηθική ανάλυση από τη σκοπιά του καθήκοντος επιβάλλει σε κάθε άτομο και φορέα να ενεργεί σύμφωνα με αρχές που μπορούν να γίνουν καθολικός νόμος: να σέβεται την αξιοπρέπεια του άλλου ως αυτοσκοπό και όχι μέσο. Η εργοδοσία έχει καθήκον πρόληψης, διερεύνησης και αποκατάστασης βλαβών, ενώ οι εργαζόμενοι οφείλουν να αναφέρουν παραβιάσεις χωρίς δισταγμό, καθώς η ευθύνη για την προστασία της κοινότητας είναι συλλογική. Αυτό σημαίνει θεσμικά μέτρα, διαφάνεια στη διερεύνηση, εκπαίδευση και πολιτικές μηδενικής ανοχής, καθώς και σεβασμό προς το περιβάλλον εργασίας· η φροντίδα για ανθρώπινη αξιοπρέπεια συνδέεται με σεβασμό του κοινού χώρου και πόρων. Με τέτοιες πρακτικές ενισχύεται η εμπιστοσύνη, μειώνεται η ατιμωρησία και προάγεται μια κοινωνία όπου η αξιοπρέπεια και το κοινό καλό τηρούνται ως πρωταρχική υποχρέωση.