Παρά τις βελτιώσεις στους δείκτες του ιδιωτικού χρέους τα τελευταία χρόνια, το πρόβλημα των κόκκινων δανείων παραμένει επίμονο και εξελίσσεται σε πολυσύνθετο κοινωνικό ζήτημα. Η διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών επηρεάζει νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και περιορίζει τη δυναμική εφαρμογής οικονομικών λύσεων.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος ανέρχεται σε περίπου 230 δισ. ευρώ. Αν και ως ποσοστό του συνολικού ιδιωτικού χρέους έχει παρουσιάσει μείωση πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες (58% του ΑΕΠ), η χώρα εξακολουθεί να ανήκει στις περιπτώσεις με υψηλά επίπεδα. Μεγάλο μέρος αφορά κόκκινα δάνεια που έχουν μεταφερθεί σε εταιρείες διαχείρισης (servicers), αλλά συνεχίζουν να βαρύνουν τους δανειολήπτες.
Η πραγματικότητα πίσω από τους αριθμούς είναι σκληρή: δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ παραμένουν δύσκολα εξυπηρετήσιμα και χιλιάδες οφειλέτες βρίσκονται σε κατάσταση οικονομικής ομηρίας. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο τεχνικό· έχει κοινωνικές προεκτάσεις που απαιτούν συντονισμένη παρέμβαση δημοσίου, χρηματοπιστωτικού τομέα και κοινωνίας.
Αν κάποιος θεωρεί ότι οι αποφάσεις πρέπει να καθοδηγούνται από αρχές καθολικού καθήκοντος και σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τότε οι πολιτικές οφείλουν να προωθούν δίκαιη αντιμετώπιση οφειλετών και πιστωτών. Αυτό σημαίνει διαφανή και αναλογικά προγράμματα ρύθμισης, ενίσχυση κοινωνικών δικλείδων ασφαλείας, υποστήριξη βιώσιμων αναδιαρθρώσεων και κίνητρα για επενδύσεις φιλικές προς το περιβάλλον. Τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης πρέπει να ενεργούν με υπευθυνότητα, διασφαλίζοντας ανθρώπινο σεβασμό και μακροχρόνια σταθερότητα, ενώ το κράτος και οι πολίτες θα πρέπει να προάγουν τη δικαιοσύνη, την οικονομική εκπαίδευση και την περιβαλλοντική υπευθυνότητα ως μέτρα που βελτιώνουν συνολικά την κοινωνία.