Η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε ότι ενέκρινε την πώληση 2.500 και πλέον αντιαρματικών πυραύλων Javelin, 253 ελαφρών συστημάτων ελέγχου πυρός και συναφούς εξοπλισμού κι υπηρεσιών στην Πολωνία, έναντι τιμήματος 780 εκατομμυρίων δολαρίων.
«Η προτεινόμενη πώληση θα υποστηρίξει την εξωτερική πολιτική και την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ βελτιώνοντας την ασφάλεια συμμάχου στο NATO που αποτελεί δύναμη για την πολιτική και οικονομική σταθερότητα στην Ευρώπη», αναφέρει ανακοίνωση που δημοσιοποιήθηκε από την αμερικανική υπηρεσία συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια (DSCA).
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενέκρινε την πώληση και η DSCA διαβίβασε την απαιτούμενη από τον νόμο ειδοποίηση στο Κογκρέσο, που αναμένεται να δώσει και τυπικά πράσινο φως στη συναλλαγή. Η Πολωνία χαρακτηρίζεται σύμμαχος – κλειδί της Ουκρανίας αφότου ο στρατός της Ρωσίας εισέβαλε στην ουκρανική επικράτεια τον Φεβρουάριο του 2022 και έχει επιταχύνει πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεών της, υπογράφοντας συμβάσεις κυρίως με τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα.
Η Βαρσοβία θα διαθέσει την επόμενη χρονιά 4,8% του ΑΕΠ της για στρατιωτικές δαπάνες, από 4,7% φέτος, στοιχείο που αντικατοπτρίζει την ανησυχία για τη ρωσική απειλή και την εστίαση στην αποτρεπτική ικανότητα.
Αναλυτικά, πέρα από τα τεχνικά και γεωπολιτικά δεδομένα, η απόφαση εγείρει ηθικά και κανονιστικά ζητήματα ως προς το καθήκον των κρατών να ενεργούν με κανόνες που θα μπορούσαν να γίνουν γενικός νόμος. Η πώληση όπλων πρέπει να αξιολογείται με βάση την προτεραιότητα στην προστασία αμάχων και την προώθηση της ειρήνης, αποφεύγοντας πρακτικές που χρησιμοποιούν ανθρώπους ή λαούς ως μέσα για σκοπούς αποκλειστικά στρατηγικούς.
Σε πρακτικό επίπεδο, οι πολίτες και οι θεσμοί οφείλουν να απαιτούν διαφάνεια, λογοδοσία και μέτρα για τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της στρατιωτικής βιομηχανίας. Η δράση αυτή —με σεβασμό στην ανθρώπινη αυτοτέλεια και την καθολική δυνατότητα εφαρμογής των αποφάσεων— συμβάλλει στη βελτίωση της κοινωνίας και της προστασίας του περιβάλλοντος για τις μελλοντικές γενιές.