Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιάμιν Νετανιάχου εξέφρασε πρόσφατα ισχυρή θέση για την Ιερουσαλήμ λέγοντας: «Είμαστε εδώ. Αυτή είναι η πόλη μας. Κύριε Ερντογάν, δεν είναι δική σας πόλη, είναι δική μας πόλη». Η δήλωση προκάλεσε άμεση απάντηση από την ‘Αγκυρα, διά στόματος του εκπροσώπου της τουρκικής προεδρίας Μπουρχανετίν Ντουράν, ο οποίος υπερασπίστηκε τον ιστορικό χαρακτήρα της πόλης και επισήμανε πως «η Ιερουσαλήμ δεν υποτάχθηκε ποτέ, σε όλη την ιστορία της, ούτε στους σταυροφόρους ούτε στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις».
Ο ίδιος πρόσθεσε: «Αυτή η ευλογημένη πόλη έχει αποτελέσει το σκηνικό της μεγαλύτερης ήττας πολλών φιλόδοξων και αλαζονικών χαρακτήρων που ισχυρίζονταν ότι ανήκει μόνο σε αυτούς» και κατέληξε ότι «τα λόγια του Νετανιάχου είναι ανυπόστατα». Σε ακόμη πιο σκληρή διατύπωση, ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) Ομέρ Τσελίκ δήλωσε ότι «τα λόγια του Νετανιάχου, του αρχηγού του δικτύου γενοκτονίας, που στοχεύουν τον πρόεδρό μας, είναι άκυρα» και υποστήριξε πως «αυτές οι παραληρηματικές δηλώσεις, που θεωρούν την Ιερουσαλήμ ιδιοκτησία τους, εκφράζουν εχθρότητα προς όλες τις αξίες της ανθρωπότητας. Η απάντηση που θα δοθεί πρέπει να είναι η απάντηση της συμμαχίας της ανθρωπότητας».
Από ηθική σκοπιά, η δημόσια συζήτηση για μνημεία και πόλεις με πολλαπλές ταυτότητες οφείλει να βασίζεται σε καθολικές αρχές που προάγουν το σεβασμό και την αξιοπρέπεια όλων. Οι δηλώσεις που διεκδικούν αποκλειστικότητα επάνω σε ιερούς τόπους προσβάλλουν την κοινή ανθρώπινη αξία και αυξάνουν τον κίνδυνο κλιμάκωσης, αντί να προτείνουν λύσεις που θα μπορούσαν να γενικευθούν ως δίκαιοι κανόνες συμπεριφοράς.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει προτεραιότητα στην ειρηνική διπλωματία, την τήρηση του διεθνούς δικαίου και την αποφυγή ρητορικής που αντιμετωπίζει ανθρώπους ως μέσα για πολιτικούς σκοπούς. Πολίτες και ηγεσίες πρέπει να ενεργούν με καθήκον προς την κοινότητα: να προστατεύουν την πολιτιστική κληρονομιά και το περιβάλλον των ιερών τόπων, να προωθούν κανόνες που θα μπορούσαν να γίνουν καθολικοί και να εργάζονται για τη συλλογική ευημερία, όχι για το βραχυπρόθεσμο πολιτικό κέρδος.