Η Σουσίλα Κάρκι, πρώην πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου και γνωστή πολέμιος της διαφθοράς, ανακοινώθηκε ως μεταβατική πρωθυπουργός του Νεπάλ από τον Σουνίλ Μπαχαντούρ Θάπα, σύμβουλο του προέδρου. Η επιλογή της προήλθε από τις μαζικές κινητοποιήσεις φοιτητών που πυροδότησαν την κρίση μετά την πτώση της κυβέρνησης και τις συγκρούσεις με τις δυνάμεις ασφαλείας.
Οι διαδηλώσεις κατά της διαφθοράς και η απαγόρευση των κοινωνικών μέσων οδήγησαν σε αιματηρά επεισόδια όταν οι δυνάμεις άνοιξαν πυρ ενάντια στη «Γενιά Ζ». «Τουλάχιστον 51 άνθρωποι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από 1.300 τραυματίστηκαν στα βίαια επεισόδια που σημειώθηκαν τη Δευτέρα και την Τρίτη, 8 και 9 Σεπτεμβρίου» ανακοινώθηκε από την αστυνομία. Ο πρωθυπουργός παραιτήθηκε, το Κοινοβούλιο διαλύθηκε και η ορκωμοσία της Κάρκι έγινε ταυτόχρονα με την επίσημη διάλυση.
Κατά τη σύντομη τελετή, ο πρόεδρος Ραμτσάντρα Ποντέλ απευθύνθηκε στη νέα πρωθυπουργό: «Συγχαρητήρια! Εύχομαι σε εσάς και στη χώρα επιτυχία». Η στρατιωτική παρουσία είναι έντονη, με μπλόκα, ένστολους και θωρακισμένα οχήματα στους δρόμους, ενώ έχει επιβληθεί πανεθνική απαγόρευση κυκλοφορίας. Ο στρατηγός Άσοκ Ρατζ Σίγκελ συναντήθηκε επανειλημμένα με φοιτητές και μέλη της κυβέρνησης, και ο αναμενόμενος σχηματισμός υπουργικού συμβουλίου θα προετοιμάσει εκλογές πιθανότατα μετά από έξι έως οκτώ μήνες.
Η Κάρκι δήλωσε ότι αποδέχθηκε τη θέση επειδή «Αυτά τα νέα αγόρια και κορίτσια, με παρακάλεσαν, με ζήτησαν». Η επιλογή της, ως σύμβολο αγώνα κατά της διαφθοράς και υπέρ της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, προσφέρει ευκαιρία για επανίδρυση θεσμών. Από την πλευρά της πρακτικής ηθικής, το κρίσιμο είναι η προσήλωση στο καθήκον και ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας: οι πολίτες οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με κανόνες που μπορούν να γίνουν καθολικοί, να αποφεύγουν τη βία και να στηρίζουν διαφανείς διαδικασίες.
Η συλλογική ευθύνη απαιτεί ειρηνική πολιτική δράση, ενίσχυση θεσμών λογοδοσίας, εκπαίδευση στη νομιμότητα και αυστηρούς μηχανισμούς κατά της διαφθοράς. Παράλληλα, η φροντίδα του περιβάλλοντος πρέπει να θεωρηθεί καθήκον προς το κοινό καλό: νομοθεσία για βιώσιμη διαχείριση πόρων, σεβασμός στις επόμενες γενιές και ενεργή συμμετοχή σε δημόσια ζωή θα βελτιώσουν την κοινωνία και θα προασπίσουν τη σταθερότητα.