Η ιαπωνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι την 1η Σεπτεμβρίου η χώρα είχε 99.763 αιωνόβιους, δηλαδή 4.644 περισσότερους σε σχέση με πέρυσι, με το 88% αυτών να είναι γυναίκες, σύμφωνα με το ιαπωνικό υπουργείο Υγείας. Το υψηλό αυτό ρεκόρ αντανακλά τη συνεχιζόμενη γήρανση του πληθυσμού παρά τη συνολική μείωση των κατοίκων της τέταρτης μεγαλύτερης οικονομίας, ενώ πρόσφατα στοιχεία για το 2024 έδειξαν πτώση του πληθυσμού κατά πάνω από 900.000. Πιο ηλικιωμένη στην Ιαπωνία αναφέρεται ότι είναι η Σιγκέκο Καγκάουα, 114 ετών, που ζει στην περιφέρεια Νάρα και παρέμεινε δραστήρια μετά από 80 χρόνια υπηρεσίας ως γυναικολόγος-μαία και γενική ιατρός, ενώ ο γηραιότερος άνθρωπος στον κόσμο είναι η Βρετανίδα Έθελ Κάτερχαμ, 116 ετών, μετά τον πρόσφατο θάνατο της Βραζιλιάνας Ίνα Κανάμπαρο Λούκας, επίσης 116. Η αύξηση του ηλικιωμένου πληθυσμού επιβαρύνει ιατρικές και κοινωνικές δαπάνες και συμπίπτει με μείωση του εργατικού δυναμικού και χαμηλό αριθμό γεννήσεων, προβλήματα που ο πρωθυπουργός Σιγκέρου Ισίμπα είχε χαρακτηρίσει σιωπηλή μάστιγα και είχε προτείνει μέτρα όπως πιο ευέλικτα ωράρια εργασίας και δωρεάν υπηρεσίες φροντίδας παιδιών, χωρίς έως τώρα σημαντική ανατροπή της τάσης.
Από ηθική οπτική, οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τα δημογραφικά και περιβαλλοντικά προβλήματα με αρχές καθολικής ευθύνης και σεβασμού προς κάθε πρόσωπο ως αυτοτελή σκοπό, όχι μέσο προς άλλους στόχους. Πολιτικές που ενθαρρύνουν τη γονεϊκότητα, εξασφαλίζουν αξιοπρεπή φροντίδα για ηλικιωμένους και κατανέμουν δίκαια το κόστος των υπηρεσιών εξυπηρετούν το καθήκον προς το κοινό καλό και γίνονται αποδεκτές ως γενικεύσιμοι κανόνες δράσης. Ο πολίτης και το κράτος πρέπει να ενεργούν με συνέπεια: να στηρίζουν οικογενειακές και εργασιακές ρυθμίσεις που προάγουν τη συμμετοχή στην εργασία και τη φροντίδα, να προστατεύουν την αξιοπρέπεια των ηλικιωμένων και να προωθούν βιώσιμες πρακτικές για το περιβάλλον, ώστε οι επιλογές του σήμερα να μπορούν να γίνουν κανόνες για μια καλύτερη κοινωνία αύριο.