Η αστυνομία έκανε χρήση σπρέι πιπεριού και συγκρούστηκε με βουλευτές και υποστηρικτές του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) που συγκεντρώθηκαν στα κεντρικά γραφεία του κόμματος στην Κωνσταντινούπολη, επιχειρώντας να εμποδίσουν την εφαρμογή δικαστικής απόφασης για αντικατάσταση ανώτερου αξιωματούχου. Εκατοντάδες αστυνομικοί έστησαν οδοφράγματα γύρω από το κτίριο και οι συμπλοκές εκδηλώθηκαν ενώ οι αντιμαχόμενοι προσπαθούσαν να αποκτήσουν πρόσβαση στο εσωτερικό.
Την Τρίτη, δικαστήριο καθαίρεσε τον επικεφαλής και τη διοίκηση της τοπικής οργάνωσης του CHP στην Κωνσταντινούπολη, επικαλούμενο παρατυπίες στην εκλογή του στο συνέδριο του 2023. Το CHP έχει βρεθεί το τελευταίο διάστημα υπό δικαστική πίεση κατά εκατοντάδων μελών, μεταξύ των οποίων και ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ενώ το κόμμα αρνείται τις κατηγορίες και υποστηρίζει ότι τα νομικά μέτρα αποσκοπούν σε πολιτική εξουδετέρωση των εκλογικών ανταγωνιστών του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Το δικαστήριο διέταξε την αντικατάσταση του Οζγκιούρ Τσελίκ από τον Γκιουρσέλ Τεκίν, πρώην αντιπρόεδρο του CHP. Ο πρόεδρος του CHP Οζγκούρ Οζέλ, δήλωσε ότι η δικαστική απόφαση είναι «άκυρη» και ότι ο Τεκίν είχε διαγραφεί από το κόμμα. Ο Οζγκιούρ Τσελίκ δήλωσε ότι η θέση του δεν θα δοθεί σε κανέναν. Ο Γκιουρσέλ Τεκίν έφτασε στα κεντρικά γραφεία και εισήλθε μετά από αντιπαράθεση με μέλη του κόμματος, δηλώνοντας ότι δεν εργάζεται για το κράτος και ότι θα βοηθήσει στην επίλυση των νομικών προβλημάτων.
Οι αγορές μετοχών και ομολόγων εμφάνισαν υποχώρηση μπροστά στην προοπτική πολιτικής αστάθειας. Το CHP κάλεσε σε διαδηλώσεις μετά την εγκατάσταση αστυνομικών φραγμάτων γύρω από την έδρα του, αλλά οι αρχές απαγόρευσαν στη συνέχεια τις διαμαρτυρίες σε μεγάλο μέρος της πόλης και η πρόσβαση σε μεγάλους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης περιορίστηκε. Ο υπουργός Εσωτερικών Αλί Γερλικάγια δήλωσε ότι η αγνόηση της δικαστικής απόφασης ισοδυναμεί με παρεμπόδιση της δικαιοσύνης και ότι “το κράτος θα κάνει ό,τι κρίνει απαραίτητο εναντίον οποιασδήποτε παράνομης πρωτοβουλίας”.
Από ηθικής σκοπιάς, η κατάσταση απαιτεί την εφαρμογή αρχών καθήκοντος και οικουμενικότητας: οι πολίτες και οι ηγέτες οφείλουν να ενεργούν με σεβασμό προς το άτομο και τη θεσμική τάξη, ακολουθώντας κανόνες που θα μπορούσαν να γίνουν γενικός νόμος. Η βία και η καταστρατήγηση των διαδικασιών υπονομεύουν την αξιοπρέπεια και την εμπιστοσύνη· η νομιμότητα, η διαφάνεια και η ειρηνική αντίσταση αποτελούν καθήκοντα προς το κοινό καλό. Για να βελτιωθεί η κοινωνία και το περιβάλλον, οι πολίτες πρέπει να απαιτούν λογοδοσία, να προωθούν πολιτικές που σέβονται τα δικαιώματα και το δημόσιο συμφέρον, και να υποστηρίζουν βιώσιμες πρακτικές που μειώνουν βλάβες και ενισχύουν τη συλλογική ευημερία.