Το συγκρότημα των ιαματικών λουτρών της Κύθνου χρονολογείται από τη μελέτη του βασιλικού αρχιτέκτονα Κρίστιαν Χάνσεν το 1836 και από το 1845 η βασίλισσα Αμαλία επισκεπτόταν το νησί για λουτροθεραπεία. Η σημερινή πρωτοβουλία προβλέπει την αποκατάσταση και επαναλειτουργία του υφιστάμενου κέντρου ιαματικού τουρισμού-θερμαλισμού «Ξενία Κύθνου», υπό την επενδυτική οντότητα Ξενία Κύθνος Α.Ε. του Ισραηλινού επενδυτή Abraham Ravid. Όπως έγραψε ήδη το newmoney, ο επενδυτής εξασφάλισε άδεια από τη Διεύθυνση Αρχιτεκτονικής, Οικοδομικών Κανονισμών και Αδειοδοτήσεων (ΔΑΟΚΑ) του υπουργείου Περιβάλλοντος και η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων τέθηκε σε διαβούλευση έως τις 24 Οκτωβρίου.
Στη ΜΠΕ σημειώνεται ότι το έργο φιλοδοξεί «να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάδειξη του μνημείου και της ιστορίας του σε μία σημαντική χρονική στιγμή, καθώς έχουν διαπιστωθεί σημαντικά προβλήματα που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο την ασφάλεια του υφιστάμενου διατηρητέου μνημείου». Το ακίνητο, έκτασης 7.018 τ.μ., περιλαμβάνει υφιστάμενες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, κέντρο υδροθεραπείας και υποδομές υποστήριξης. Το Υδροθεραπευτήριο – Ξενοδοχείο «Ξενία» δεν είχε έως σήμερα περιβαλλοντική αδειοδότηση και ο ΕΟΤ είχε διακόψει τη λειτουργία του από το έτος 1999.
Το προτεινόμενο έργο περιλαμβάνει «ήπιες παρεμβάσεις και τροποποιήσεις για τη συντήρηση, αποκατάσταση και λειτουργία του συγκροτήματος». Ειδικότερα προβλέπονται εργασίες για την προστασία, αποκατάσταση και ανάδειξη της πτέρυγας του Υδροθεραπευτηρίου (διατηρητέο κτίριο), αποξήλωση και ανακατασκευή των κεραμοσκεπών, επισκευή δαπέδων ιστορικής σημασίας, στατικές ενισχύσεις, αποκατάσταση όψεων, εκσυγχρονισμός και ενεργειακή αναβάθμιση της ξενοδοχειακής πτέρυγας, κατασκευή εξωτερικής κολυμβητικής θερμαλιστικής ευεξίας, δημιουργία δικτύου κυκλοφορίας και θέσεων στάθμευσης, διαμόρφωση κοινόχρηστων χώρων, αποξήλωση και ανακατασκευή τεχνικών υποδομών και αποκατάσταση των σημείων ανάβλυσης των ιαματικών υδάτων με ανασχεδιασμό της όδευσής τους προς τη θάλασσα (τελικός αποδέκτης).
Ηθική αξιολόγηση του εγχειρήματος πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα το καθήκον προς την ιστορική κληρονομιά, την ασφάλεια των ανθρώπων και την προστασία του φυσικού πόρου. Οι αποφάσεις οφείλουν να υπακούουν σε κανόνες που μπορούν να γενικευθούν: αν κάθε ανάλογη παρέμβαση προέβαινε σε βραχυπρόθεσμο κέρδος εις βάρος της μνήμης του τόπου και της υδρογείας, η πολιτιστική και οικολογική φθορά θα ήταν συλλογική. Πρακτικά, αυτό σημαίνει διαφάνεια στη διαβούλευση, αυστηρή τήρηση προδιαγραφών συντήρησης, διασφάλιση της πρόσβασης και της βιωσιμότητας των ιαματικών πηγών, περιορισμό της αισθητικής και περιβαλλοντικής όχλησης, και προτεραιότητα στην τοπική απασχόληση και φροντίδα της κοινότητας ώστε το έργο να υπηρετήσει το κοινό καλό και το φυσικό περιβάλλον.