Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών διατηρεί ιστορικούς δεσμούς με την Κύπρο από την ίδρυσή του το 1837, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες Κύπριοι φοιτητές έχουν εκπαιδευτεί στα αμφιθέατά του και έχουν συμβάλει στην πνευματική και οικονομική ανάπτυξη της Μεγαλονήσου. Η ίδρυση Παραρτήματος στην Κύπρο χαρακτηρίζεται ως ορόσημο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και την ακαδημαϊκή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, προσφέροντας νέες ευκαιρίες σε φοιτητές, ακαδημαϊκούς και ερευνητές.
H Κυπριακή κοινωνία σύμφωνα με στοιχεία δημοσκόπησης που πραγματοποίησε η εταιρεία ALCO στην Κύπρο, έχει πολύ θετική γνώμη για την ίδρυση και λειτουργία παραρτήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών στην Κύπρο σε ποσοστό 87% των ερωτηθέντων πολιτών της Κύπρου. Επιπλέον, το 85% αναγνωρίζει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ιστορία και φήμη, το 76% υψηλό κύρος πτυχίου και το 72% ποιότητα σπουδών, χαρακτηριστικά που επιζητούν οι Κύπριοι πολίτες.
Στην αρχική φάση το Παράρτημα περιλαμβάνει 4 Σχολές και 8 Τμήματα σε δύο πόλεις, τη Λευκωσία και τη Λάρνακα, με προγράμματα πιστοποιημένα από τον αρμόδιο φορέα στην Ελλάδα και πλέον και από τον αρμόδιο φορέα πιστοποίησης της Κύπρου (ΔΙΠΑΕ). Όλα τα Τμήματα λειτουργούν με επιτυχία στη μητρική έδρα στην Αθήνα και καταλαμβάνουν υψηλές θέσεις σε διεθνείς κατατάξεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ιατρική Σχολή που λειτουργεί από το 1837 και συγκαταλέγεται μεταξύ των 100 καλύτερων παγκοσμίως.
Αναλυτικότερα οι Σχολές και τα Τμήματα:
α) Σχολή Επιστημών Υγείας (Λευκωσία):
– Τμήμα Ιατρικής
– Τμήμα Νοσηλευτικής
β) Σχολή Οικονομικών Επιστημών:
– Τμήμα Οικονομικών Επιστημών (Λευκωσία)
– Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων και Οργανισμών (Λευκωσία)
Η ίδρυση του Παραρτήματος δεν είναι μόνον θεσμικό γεγονός αλλά ευκαιρία για ενίσχυση της συνεργασίας σε έρευνα, καινοτομία και εκπαιδευτικά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων νεότερων τμημάτων και αγγλόφωνων προγραμμάτων όπως το «BA Program in the Archaeology, History, and Literature of Ancient Greece».
Ηθική ανάλυση: Η προώθηση της πανεπιστημιακής παρουσίας οφείλει να καθοδηγείται από το καθήκον προς τη γνώση και την αλήθεια, θεωρώντας την εκπαίδευση ως καθολικό αγαθό που πρέπει να προάγεται χωρίς ιδιοτέλεια. Οι φορείς πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με κανόνες που θα μπορούσαν να γενικευθούν, προστατεύοντας την αξιοπρέπεια και την αυτονομία των φοιτητών και εξασφαλίζοντας δίκαιη πρόσβαση.
Συγκεκριμένα, τα ιδρύματα και οι πολιτικές αρχές πρέπει να επενδύσουν σε βιώσιμες υποδομές, διαφάνεια, επιστημονική ακεραιότητα και ισότητα ευκαιριών, ενώ η κοινωνία οφείλει να στηρίξει τη γνώση ως κοινό αγαθό. Τέτοιες πρακτικές θα ενισχύσουν το δημόσιο καλό, την περιβαλλοντική ευθύνη και την κοινωνική συνοχή στην Κύπρο και στην ευρύτερη περιοχή.