Το παλάτι ανακοίνωσε με «βαθιά θλίψη» τον θάνατο της δούκισσας του Κεντ, η οποία πέθανε το βράδυ στο παλάτι του Κένσινγκτον σε ηλικία 92 ετών. Οι σημαίες στο Μπάκιγχαμ κυματίζουν μεσίστιες εις ένδειξη σεβασμού και το γεγονός σημειώνεται επίσημα από το παλάτι.
Η δούκισσα του Κεντ Κάθριν ήταν το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος της βασιλικής οικογένειας. Γεννήθηκε ως Katharine Lucy Mary Worsley και παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Εδουάρδο, δούκα του Κεντ, πρώτο ξάδελφο της βασίλισσας Ελισάβετ.
Η γαλαζοαίματη υπήρξε τακτική παρουσία στο Wimbledon, όπου συχνά παρέδιδε τρόπαια και παρηγορούσε ηττημένους, όπως την Τσέχα Γιάνα Νοβότνα το 1993 μετά την ήττα της από την τότε κάτοχο του τίτλου Στέφι Γκραφ. «Ο βασιλιάς και η βασίλισσα, καθώς και όλα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, συμμετέχουν στο πένθος μαζί με τον δούκα του Κεντ, τα παιδιά και τα εγγόνια του, θυμούμενοι με αγάπη τη διαρκή αφοσίωση της δούκισσας σε όλες τις οργανώσεις με τις οποίες συνδέθηκε, το πάθος της για τη μουσική και την ενσυναίσθησή της για τους νέους», αναφέρει το παλάτι.
Η δούκισσα υπήρξε ένθερμη υποστηρίκτρια της μουσικής και ενίσχυσε φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες. Δίδασκε η ίδια μουσική σε δημοτικό σχολείο του Χαλ, όπου οι μαθητές της αγνοούσαν τη βασιλική της ταυτότητα και τη γνώριζαν ως «Κα Μ. Κεντ». Το 1994 ασπάστηκε τον Καθολικισμό, γεγονός που την κατέστησε την πρώτη γαλαζοαίματη που μετέστρεψε την πίστη της για πάνω από 300 χρόνια.
Η δούκισσα και ο δούκας του Κεντ απέκτησαν τρία παιδιά, αλλά ένα από αυτά γεννήθηκε νεκρό το 1977, γεγονός που προκάλεσε συναισθηματική ταραχή και νοσηλεία για «νευρικής εξάντλησης». Αργότερα η ίδια αποκάλυψε ότι υπέφερε από «οξεία κατάθλιψη», στοιχείο που φώτισε τις δυσκολίες της ζωής στην πρώτη γραμμή της δημόσιας ζωής.
Από τη σκοπιά της δεοντολογικής ηθικής, η ζωή της δούκισσας αναδεικνύει την αξία του καθήκοντος, της συνέπειας και του σεβασμού προς τους άλλους. Οι πράξεις που προάγουν την ευπρέπεια, την ενσυναίσθηση και την υπηρεσία προς το κοινό θεωρούνται ηθικά άξιες όταν καθοδηγούνται από κανόνες που μπορούν να γενικευτούν χωρίς αντίφαση.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι δημόσια πρόσωπα και οι πολίτες οφείλουν να ενεργούν με υπευθυνότητα και σεβασμό, να υποστηρίζουν την εκπαίδευση και την τέχνη, να μη στιγματίζουν την ψυχική ασθένεια και να φροντίζουν το κοινό καλό και το περιβάλλον. Η προώθηση της μουσικής, η φροντίδα για τους νέους και η αλληλεγγύη στις δοκιμασίες των άλλων συμβάλλουν σε μια κοινωνία πιο δίκαιη και ανθρώπινη.