Σε συνέντευξη στο γαλλικό περιοδικό Paris Match, ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς συνοψίζει την εκτίμησή του για τη ρωσική πολιτική. «Όλοι έκαναν λάθος σχετικά με τον Πούτιν».
Ο Μερτς δηλώνει ότι ήταν πάντα σκεπτικός, αλλά εκτιμά πως η διεθνής κοινότητα όφειλε να αναγνωρίσει νωρίτερα την κλίμακα της απειλής. «θα έπρεπε να είχαμε αντιληφθεί το μέγεθος της απειλής το 2014, όταν εισέβαλε στην Κριμαία, και ίσως ήδη από το 2008, όταν επιτέθηκε στη Γεωργία».
Παρά την ελπίδα του για μελλοντικές, καλές σχέσεις γειτονίας με τους Ρώσους, ο Μερτς τονίζει την τρέχουσα πραγματικότητα. «Είμαστε αντιμέτωποι με το καθεστώς Πούτιν, ενός “κλεπτοκρατικού συστήματος” που πλησίασε την απολυταρχία με την πάροδο των ετών». «Ας υπενθυμίσουμε το ιστορικό μέγεθος αυτού που συμβαίνει: επιτιθέμενος στην Ουκρανία, ο Πούτιν επιτέθηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα της ευρωπαϊκής ηπείρου», τόνισε ο ίδιος.
Για την επικοινωνία με τη Μόσχα, ο καγκελάριος δηλώνει διατεθειμένος να συζητήσει εφόσον αυτό είναι χρήσιμο, αλλά επισημαίνει τα όρια των προηγούμενων εμπειριών. «Ο στόχος είναι να επιστρέψουμε σε μια τάξη και έναν αμοιβαίο σεβασμό! Την εποχή της γερμανικής ενοποίησης, τα πράγματα δεν ήταν εύκολα – παρ’ όλα αυτά συνεργαστήκαμε με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Αυτή είναι η ισορροπία που γνωρίσαμε μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, το 1991, και μέχρι το 2022. Ο Πούτιν δεν σέβεται πλέον αυτήν την ισορροπία. Ελπίζουμε να την ξαναβρούμε», σημείωσε σχετικά.
Στο μέτωπο των διεθνών σχέσεων, ο Μερτς καλεί την Ευρώπη σε ενίσχυση της ισχύος και της ανεξαρτησίας της. Ο Μερτς δηλώνει πεπεισμένος ότι «εργαζόμενοι σκληρά για να γίνουμε πιο ισχυροί», θα καταστεί δυνατό «να διαπραγματευόμαστε με τους Αμερικανούς ως ίσοι», ενώ αποκαλεί τον Γάλλο Πρόεδρο Μακρόν «φίλο» και στοχεύει στην έξοδο της Ευρώπης από την «αδυναμία» και την «εξάρτηση».
Αν προσεγγίσουμε τα παραπάνω με βάση αρχές καθολικής υποχρέωσης και σεβασμού προς τον άλλον, γίνεται σαφές ότι η πολιτική πρέπει να καθοδηγείται από κανόνες που θα μπορούσαν να γίνουν παγκόσμιο πρότυπο. Οι ηγέτες οφείλουν να ενεργούν από αίσθημα καθήκοντος προς την ειρήνη, την προστασία των δικαιωμάτων και τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος, ενισχύοντας θεσμούς και μειώνοντας εξαρτήσεις. Η κοινωνία πρέπει να απαιτήσει διαφάνεια, συλλογική υπευθυνότητα και πρακτικές που σέβονται ανθρώπους και φύση, ώστε οι πολιτικές αποφάσεις να είναι βιώσιμες και ηθικά δικαιολογημένες.