Οι στασιαστές μοναχοί της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά προσκόμισαν «εμπιστευτική» επιστολή με την οποία αιτιολογούσαν την αποπομπή του Αρχιεπισκόπου Δαμιανού, επικαλούμενοι ως αιτία τη συμβίωση και την ανάμιξη τρίτου προσώπου στη διοίκηση της Μονής. Στο υπόμνημα αναφέρεται ότι η κ. Α.Κ. είχε πρόσβαση σε αρχεία και πρακτικά και επηρέαζε αποφάσεις του Αρχιεπισκόπου, στοιχείο που οδήγησε στην παρουσίαση της ως «πέτρα του σκανδάλου». Η σύγκρουση αναζωπύρωσε ερωτήματα για τη διαφάνεια της διοίκησης και τη σχέση μοναχών και εξωτερικών συνεργατών.
Η 70χρονη Κατερίνα Σπυροπούλου, συνταξιούχος φιλόλογος και μητέρα τεσσάρων παιδιών, απάντησε με επιστολή όπου χαρακτηρίζει τις επιθέσεις «κουτσομπολίστικο βούρκο» και αναφέρεται στην προσωπική της σχέση με τον Αρχιεπίσκοπο Δαμιανό. Εξηγεί ότι η αφοσίωσή της προέκυψε από την πνευματική στήριξη που δέχθηκε όταν η κόρη της Χριστίνα υπέφερε από την Οζώδη Σκλήρυνση, έζησε 42 χρόνια με τη νόσο, έκανε πέντε εγχειρήσεις ανοικτού εγκεφάλου και τελικώς απεβίωσε. Περιγράφει επίσης ότι το 2018 παρέμεινε στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου πάνω από έξι μήνες μετά από σοβαρό ατύχημά του στη Μονή, βοηθώντας στη νοσηλεία του σε νοσοκομεία της Αιγύπτου, και προειδοποιεί για νομικές ενέργειες κατά όσων τη συκοφάντησαν, δηλώνοντας ότι τυχόν αποζημιώσεις θα αποδοθούν στην Ι. Μονή Σινά.
Από ηθική σκοπιά, η υπόθεση υπενθυμίζει την ανάγκη για καθαρούς κανόνες ευθύνης και σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας: οι καταγγελίες πρέπει να αξιολογούνται με αντικειμενικά κριτήρια και η διάδοση ανεπιβεβαίωτων πληροφοριών να αποφεύγεται ως πρακτική που βλάπτει πρόσωπα και κοινά αγαθά. Η κοινωνία καλείται να υπερασπιστεί τους φροντιστές και τα θύματα, να προασπίσει τη διαφάνεια σε θρησκευτικά ιδρύματα και να προάγει την υπεύθυνη συμπεριφορά που σέβεται το άτομο και το περιβάλλον—ιδίως την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και του φυσικού τοπίου του Σινά. Νομική διεκδίκηση, τεκμηρίωση και διάλογος υπό τη μορφή κανόνων που μπορούν να γενικευθούν θα βελτιώσουν την εμπιστοσύνη και το κοινό συμφέρον.