Έρευνα των TicTac Cybersecurity και Social Active καταγράφει δραματική αύξηση των επιθέσεων ransomware στην Ευρώπη από το 2023 έως τα μέσα του 2025. Το 2023 σημειώθηκαν 713 περιστατικά, το 2024 εκτοξεύτηκαν σε 1.288 (αύξηση πάνω από 80%) και μέχρι τον Ιούλιο του 2025 έχουν ήδη καταγραφεί 921 επιθέσεις, με προβλέψεις να ξεπεράσουν τις 1.746 έως το τέλος της χρονιάς. Οι επιτιθέμενοι στοχεύουν οργανισμούς με κρίσιμη λειτουργία και υψηλό κόστος διακοπής: κυρίως τη βιομηχανία, την τεχνολογία και την υγεία, ενώ σημαντική απειλή υφίστανται και το λιανεμπόριο, η φιλοξενία, οι μεταφορές, η διακυβέρνηση και η Δικαιοσύνη. Τα στατιστικά δείχνουν αύξηση επιτυχών επιθέσεων στη βιομηχανία από 26,92% σε 28,79%, στην τεχνολογία από 10,3% σε 11,72% και στον τομέα της Υγείας στο 8,97%.
Η δυναμική των δραστών αλλάζει συνεχώς. Το 2023 η LockBit3 ήταν η πιο δραστήρια ομάδα, με την Play και την ALPHV επίσης να ξεχωρίζουν, ενώ το 2024 εμφανίστηκαν νέες ομάδες όπως το RansomHub, η 8Base, η Akira και η BlackBasta και οι μικρότερες ομάδες διεκδίκησαν περίπου το 35% των επιθέσεων. Το 2025 η Akira έχει αναδειχθεί η πλέον ενεργή, με την Qilin και την SafePay να αυξάνουν το μερίδιό τους, ενώ πολλαπλές μικρότερες ή νεοεμφανιζόμενες ομάδες παραμένουν ενεργές. Οι επιθέσεις γίνονται πιο στοχευμένες και στρατηγικές, όχι απλά μαζικές. Σε επίπεδο πολιτικής, η οδηγία NIS2 θέτει αυστηρότερα πρότυπα κυβερνοασφάλειας, και η έρευνα επισημαίνει την ανάγκη για πολλαπλά επίπεδα προστασίας: έλεγχοι πρόσβασης, ασφαλή backups, ισχυρή προστασία τερματικών, συνεχής ενημέρωση και επιδιόρθωση συστημάτων.
Αντιμετωπίζεται η απειλή και ως ηθικό ζήτημα ευθύνης: κάθε οργανισμός έχει καθήκον να προστατεύει δεδομένα και λειτουργίες σε τρόπο που θα μπορούσε να γίνει καθολικός κανόνας για όλους. Ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαιτεί την προστασία ευαίσθητων στοιχείων ασθενών και πολιτών, όχι την αντιμετώπισή τους ως μέσο εκβιασμού. Πρακτικά, αυτό σημαίνει υπέρβαση της τυπικής συμμόρφωσης, επενδύσεις στην προληπτική ασφάλεια, διαφάνεια και λογοδοσία, διαρκή εκπαίδευση προσωπικού και συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η κοινωνία οφείλει να ενθαρρύνει βιώσιμες ψηφιακές υποδομές και υπεύθυνη διαχείριση πόρων, ώστε η ψηφιακή ασφάλεια να υπηρετεί το κοινό καλό και την προστασία του περιβάλλοντος.