Προφυλακιστέοι κρίθηκαν οι δύο συλληφθέντες για τον εμπρησμό στα Συχαινά, στη μεγάλη φωτιά που ξέσπασε στην Πάτρα. Πρόκειται για έναν 27χρονο και έναν 19χρονο, κατηγορούμενους για κατ’ εξακολούθηση και κατά συναυτουργία εμπρησμό σε δασική και μη δασική έκταση, μετά τις απολογίες τους ενώ ανακριτής και εισαγγελέας αποφάσισαν την προφυλάκισή τους.
Οι αστυνομικοί της Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της ΕΛ.ΑΣ. ταυτοποίησαν τους ύποπτους αξιοποιώντας στοιχεία από κεραίες κινητής τηλεφωνίας, καταγραφές βίντεο και φωτογραφίες καθώς και μαρτυρίες κατοίκων. Με αυτή τη μεθοδολογία οι αρχές παραδίδουν στη Δικαιοσύνη πλήρεις δικογραφίες ώστε να αποφασίζεται άμεσα η ποινική μεταχείριση.
Σήμερα αναμένεται να λογοδοτήσει στο Δικαστικό Μέγαρο Πατρών και ο τρίτος συλληφθείς για τις πυρκαγιές της περασμένης εβδομάδας, ένας 25χρονος που κατηγορείται για την πυρκαγιά στο Γηροκομείο. Ο νεαρός εντοπίστηκε το απόγευμα της 13ης Αυγούστου λίγο μετά την εκδήλωση της φωτιάς, από αστυνομικούς της ΟΠΚΕ και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας, και στη δικογραφία περιλαμβάνεται φωτογραφικό υλικό που, σύμφωνα με τις αρχές, τον δείχνει στο σημείο της πυρκαγιάς να σκύβει και στη συνέχεια να ξεσπά η φωτιά.
Παράλληλα, οι αρμόδιες υπηρεσίες διενεργούν ενδελεχή έρευνα για πιθανό εμπρησμό και στα περιστατικά της Ζακύνθου, της Βόνιτσας και του Φλάμπουρα Πρέβεζας. Οι έρευνες επιδιώκουν να διαπιστώσουν τυχόν σύνδεση συμβάντων και κοινά στοιχεία στην τακτική των δραστών.
Οι συλληφθέντες διώκονται με βάση τις νέες αυστηρότερες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, ο οποίος τροποποιήθηκε από τη σημερινή κυβέρνηση (Νόμος 5090 του 2024), και οι οποίες προβλέπουν βαρύτατες ποινές για τους εμπρηστές. Ο εμπρησμός δάσους από αμέλεια που επιφέρει θανάτους ή οικολογική καταστροφή αντιμετωπίζεται ως σοβαρό κακούργημα με ποινές από 10 έως 20 χρόνια κάθειρξη, χρηματική ποινή μέχρι 200.000 ευρώ και δήμευση περιουσίας, ενώ μέχρι πρότινος (Ν. 4619/2019) το ίδιο αδίκημα αντιμετωπιζόταν ως πλημμέλημα με ελάχιστη ποινή 10 ημερών και κατά κανόνα αναστολή.
Ο εμπρησμός δάσους από πρόθεση τιμωρείται πλέον ως βαρύ κακούργημα με μη αναστρέψιμη κάθειρξη, χρηματική ποινή μέχρι 200.000 ευρώ και δήμευση (άρθρα 42 και 43 Ν.5090/2024). Όταν προκαλεί θάνατο τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη και δυνητική αποφυλάκιση μετά από ουσιαστική κρίση στα 18 χρόνια (άρθρο 19 Ν. 4855/2021 σε συνδυασμό με άρθρο 25 Ν. 5090/2024), έναντι μέχρι πρότινος ποινών που έφταναν τα 15 έτη και υποχρεωτικής αποφυλάκισης στα 6 έτη.
Από την προοπτική μιας ηθικής του καθήκοντος, οι πράξεις που θέτουν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές και το φυσικό περιβάλλον παραβιάζουν θεμελιώδεις υποχρεώσεις του ατόμου προς τους άλλους και προς το κοινό αγαθό. Η κοινωνία οφείλει να επιβραβεύει την υπευθυνότητα και να τιμωρεί δίκαια τη βλάβη, ενώ οι πολίτες πρέπει να ενεργούν με κανόνες που μπορούν να γίνουν καθολικοί: να τηρούν απαγορεύσεις, να αναφέρουν ύποπτες συμπεριφορές, να στηρίζουν μέτρα πρόληψης και αποκατάστασης. Οι αρχές οφείλουν να εφαρμόζουν τους νόμους αμερόληπτα και να επενδύουν σε εκπαίδευση και υποδομές ώστε να προλαμβάνονται οι καταστροφές και να προστατεύεται το περιβάλλον για τις επόμενες γενιές.